fbpx
 

ΑΟΖ ΕΛΛΑΔΑΣ – ΑΙΓΥΠΤΟΥ: Ο ΚΟΤΖΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ “ΔΑΣΟΣ”

Συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ Ελλάδας - Αιγύπτου: Λαμβάνοντας ως υπόθεση εργασίας ότι η κριτική του Νίκου Κοτζιά κατά της συμφωνίας είναι ορθή και ακριβής, η ερώτηση στην οποία προσπαθεί να απαντήσει αυτό το άρθρο είναι μόνο μια: και λοιπόν; η συμφωνία είναι επιβλαβής για τα ελληνικά συμφέροντα; Η απάντηση δεν μπορεί να δοθεί, ασφαλώς, με όσα υποστηρίζει ο Νίκος Κοτζιάς αλλά με όσα δε γράφει (αν και τα γνωρίζει καλύτερα από όλους, του γράφοντος μη εξαιρουμένου). Άρθρο του Κωνσταντίνου Παρίσση.
Το μνημείο του Άγνωστου Ναύτη στην Αλεξάνδρεια. Πηγή: Wikipedia / Moro 2088

Όπως είχαμε διαβλέψει πριν ένα μήνα, ορισμένες ηχηρές αλλαγές προσώπων στο Υπουργείο Εξωτερικών και η άνευ προηγουμένου κινητικότητα των τελευταίων μηνών καταδείκνυαν ότι οι προσπάθειες για ταχεία οριοθέτηση των των θαλασσίων ζωνών της χώρας μας με τις φίλιες γειτονικές χώρες μπήκαν στην τελική τους φάση. Το κυριότερο, σηματοδότησαν (και ήδη αποδείχθηκε) ότι για την παρούσα Κυβέρνηση η οριοθέτηση αυτή δεν είναι άλλη μια από τις πολλές εκκρεμότητες, αλλά έχει επιτέλους αναχθεί σε μια από τις ύψιστες προτεραιότητες της εξωτερικής μας πολιτικής.

Αποτέλεσμα της εντατικοποίησης της προσπάθειας αυτής, αλλά και των όλο και πιο επιθετικών ενεργειών της ίδιας της Τουρκίας που μετέτρεψαν τη σύμπτωση εθνικών συμφερόντων μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου σε σύμπτωση εθνικής ανάγκης εκάστης αυτών, ήταν η συμφωνία για τη μερική οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ τους, ως πρώτο αποτέλεσμα μιας προσπάθειας που είχε ξεκινήσει δεκαεπτά χρόνια πριν. Σχεδόν δυο δεκαετίες, κατά τις οποίες οι Κυβερνήσεις της Ελλάδας στην καλύτερη εκδοχή αδιαφορούσαν για την αξιοποίηση του θαλασσίου πλούτου, και στη χειρότερη λειτουργούσαν υπό καθεστώς αδικαιολόγητου φόβου έναντι της Τουρκίας. Δυο χαμένες δεκαετίες εν τέλει κατευνασμού που έθρεφαν το θηρίο και απομείωναν την εθνική διαπραγματευτική ισχύ, με αποτέλεσμα να το κάνουν όλο και πιο αχόρταγο και επιθετικό. Φυσικά, θα ήταν άδικο να μην αναγνωρίσουμε ότι και η άλλη πλευρά (της Αιγύπτου) δεν ήταν ποτέ τόσο έτοιμη και ζορισμένη όσο σήμερα. Θα ήταν εξίσου άδικο, όμως, να παραβλέψουμε ότι ακόμη και υπό τις σημερινές, ακραίες διπλωματικές συνθήκες, δε λείπουν φωνές που δε θα είχαν αντίρρηση να διαπραγματευόμαστε με την Αίγυπτο για άλλα 30 χρόνια.

Ο Κοτζιάς

Κι ενώ θα περίμενε κανείς ότι, στη δεδομένη χρονική στιγμή, οι πρώην Υπουργοί Εξωτερικών της χώρας μας αν μη τι άλλο θα συντάσσονταν στην εθνική προσπάθεια και θα αναδείκνυαν τη σημασία της συμφωνίας στο πλαίσιο του εθνικού συμφέροντος και του ΕΦΙΚΤΟΥ, ο Νίκος Κοτζιάς, ο αρχιτέκτονας της επαίσχυντης συμφωνίας των Πρεσπών και της μεθόδευσης που την κατέστησε εσωτερικό δίκαιο αξιοποιώντας κάθε κενό και κάθε χαραμάδα του Συντάγματος, βρήκε το νέο του ρόλο: εκείνον του σταυροφόρου της κριτικής κατά της συμφωνίας με την Αίγυπτο, αγνοώντας τι καταφέρνει η συμφωνία στο δεδομένο χρονικό, πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό πλαίσιο – αρκεί να πλήξει την Κυβέρνηση για να ικανοποιήσει τον απύθμενο πολιτικό ναρκισσισμό του. Με δυο αναρτήσεις του στο facebook (εδώ κι εδώ, δείτε ιδίως τα “υστερόγραφα” στη δεύτερη) ξιφουλκεί κατά της Κυβέρνησης και της συμφωνίας αδιαφορώντας επιδεικτικά για την ανάγκη διαμόρφωσης αρραγούς εθνικού μετώπου και για τις συνέπειες των λόγων του, εντός κι εκτός χώρας.

Δεν θα μπω στον πειρασμό να τον χαρακτηρίσω – τον έχει ήδη χαρακτηρίσει η κοινωνία και τον έχει κατατάξει εκεί που πρέπει (άλλωστε, οι απόψεις μου για το ποιον του ιδίου και της κυβέρνησης στην οποία ανήκε έχουν καταγραφεί προ πολλού) – το ακριβώς αντίθετο. Θα θεωρήσω την κριτική του ορθή και ακριβή σε ό,τι αφορά τα επιμέρους σημεία της συμφωνίας με την Αίγυπτο. Έστω, δηλαδή (ως υπόθεση εργασίας), ότι η κριτική του επί των σημείων (στην πρώτη ανάρτηση) είναι σωστή. Θα παραβλέψω ακόμη και το γεγονός ότι στη δεύτερη ανάρτηση μιλά σαν η ΑΟΖ να χαράχθηκε με σημεία βάσης της Χαλκιδικής και όχι του Νοτίου Αιγαίου και του Κρητικού Πελάγους. Η ερώτηση στην οποία θα προσπαθήσει να απαντήσει αυτό το κείμενο είναι μόνο μια: και λοιπόν; η συμφωνία είναι επιβλαβής για τα ελληνικά συμφέροντα; Η απάντηση δεν μπορεί να δοθεί, ασφαλώς, με όσα υποστηρίζει ο Νίκος Κοτζιάς αλλά με όσα δε γράφει (αν και τα γνωρίζει καλύτερα από όλους, συμπεριλαμβανομένου του γράφοντος), και τα οποία είναι τα εξής.

Το “δάσος”

Κατ’ αρχάς, τα προφανή δε χρειάζονται ανάλυσης. Η συγκυρία που δημιούργησε ένα παράθυρο ευκαιρίας (στη βάση της εκατέρωθεν ανάγκης) που πριν δεν υπήρχε, η ασφυκτική πίεση του χρόνου για αποφάσεις σε όλες τις πλευρές, η διαμόρφωση συνθηκών για ταχεία ολοκλήρωση της “συμμαχίας του καλού” στην οποία επίσης έχουμε αναφερθεί πρόσφατα, είναι όλα γνωστά. Ούτε, βέβαια, αξίζουν οποιασδήποτε προσοχής και σχολιασμού οι “αναλύσεις” ορισμένων για τις πλουτοπαραγωγικές πηγές που ΙΣΩΣ να βρίσκονται στο 5-10% της ζώνης που υποτίθεται ότι παραχωρήσαμε στην Αίγυπτο πέραν της μέσης γραμμής, ή για το ότι “μελλοντική” οριοθέτηση δε σημαίνει ούτε κέρδος ούτε απώλεια, παρά μόνο αυτό που λέει η λέξη: ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ. Άλλωστε, έχουν ήδη δοθεί εμπεριστατωμένες απαντήσεις σε μεγάλο μέρος της κριτικής αυτής (π.χ. εδώ κι εδώ) κι ο καθένας μπορεί να αναζητήσει τις πηγές και να κρίνει επί της σχέσης κόστους – οφέλους.

Αυτό που αποκρύπτει ο κάθε Κοτζιάς στη βάση της άσκοπης κριτικής για την κριτική, αλλά και ορισμένοι άλλοι στη βάση του πραγματικού μαξιμαλισμού, είναι ότι πριν τη συμφωνία αυτή είχαμε ένα θεμελιώδες, στρατηγικό θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε, νομικό κενό στην εκπεφρασμένη εθνική θέση κατά του τουρκολυβικού μνημονίου. Ένα κενό που οδηγούσε την αντιπαράθεση στο γήπεδο της Τουρκίας και κατ’ επέκταση στο πεδίο της αναπόφευκτης στρατιωτικής λύσης (η οποία εξακολουθεί να υφίσταται ως ενδεχόμενο, και μάλιστα αυξημένο), και πάντως εκτός της Διεθνούς Συνθήκης για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS ΙΙΙ) όπως ήδη είχαμε εξηγήσει από αυτή τη στήλη το Φεβρουάριο του 2020 μετά το επεισόδιο με το Oruc Reis νότια του Καστελλόριζου. Υπενθυμίζουμε ότι το συμβάν εκείνο η Κυβέρνηση δεν είχε τη δυνατότητα να το χειριστεί ούτε καν επικοινωνιακά, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί η κατάσταση με ευθύνη όλων των προηγούμενων Κυβερνήσεων, αλλά και της ίδιας κατά τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης, ακριβώς λόγω του νομικού κενού στην ελληνική θέση περί των ΑΟΖ στις νότιες και νοτιοανατολικές ελληνικές θάλασσες. Είναι, δε, πολύ πιθανό να ξαναβρεθεί στην ίδια αμήχανη θέση σε ό,τι αφορά εκείνη την περιοχή, ωστόσο έχει πλέον “κλείσει” με τον ενδεδειγμένο τρόπο το ζήτημα του τουρκολυβικού μνημονίου.

Το Διεθνές Δίκαιο

Για να γίνει όμως κατανοητό το ευρύτερο νομικό πρόβλημα της χώρας μας πριν από τη συμφωνία με την Αίγυπτο πρέπει πρώτα να γίνουν κατανοητές η φύση και η λειτουργία του Διεθνούς Δικαίου.

Προσεγγίζοντας το θέμα με όσο πιο απλή γλώσσα γίνεται και παραλείποντας λεπτομέρειες νομικής – τεχνικής φύσης, το πρώτο που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι το Διεθνές Δίκαιο δεν είναι ένα πλέγμα νόμων που έχουν ψηφιστεί από κάποιο ανώτερο νομοθετικό σώμα (όπως η Βουλή), αλλά διαμορφώνεται από επιμέρους διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών που είναι όλα τους ισότιμα, η δε συμμετοχή στις Συνθήκες είναι προαιρετική. Για να το πούμε με ένα απλό παράδειγμα, αν δυο αναγνωρισμένα νησιωτικά κράτη στη μέση του Ειρηνικού Ωκεανού συμφωνήσουν ότι το ένα θα έχει μόνο δικαιώματα και το άλλο μόνο υποχρεώσεις, ή ότι το ένα θα δικαιούται ΑΟΖ και το άλλο όχι, κανείς δεν μπορεί να τα εμποδίσει να εφαρμόσουν τα συμφωνηθέντα. Μια τέτοια συμφωνία “παράγει δίκαιο”, όπως λέμε, και είναι έγκυρη υπό δυο μόνο προϋποθέσεις: ότι οι δυο χώρες δεν είναι συμβαλλόμενα μέρη σε μια (πολυμερή) Διεθνή Συνθήκη (ή, αν είναι συμβαλλόμενα μέρη, ότι δεν παραβιάζουν τις προβλέψεις της που έχουν υποχρεωτική εφαρμογή), και ότι δε θίγουν τα νόμιμα συμφέροντα τρίτων χωρών.

Κι ενώ γίνεται προσπάθεια να δοθεί υποχρεωτικός χαρακτήρας στις διατάξεις της Διεθνούς Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 (UNCLOS ΙΙΙ) ακόμη και για τα μη συμβαλλόμενα κράτη, όπως η Τουρκία, η αποτελεσματικότητα της προσπάθειας αυτής σκοντάφτει στο έτερο χαρακτηριστικό πρόβλημα του Διεθνούς Δικαίου: δεν υπάρχει κάποιο εκτελεστικό όργανο (μια “Διεθνής Αστυνομία”) που θα επιβάλει “το νόμο” στις περιπτώσεις “παρεκτροπής”.

Το τουρκολυβικό μνημόνιο και το Δίκαιο της Θάλασσας

Έτσι, ερχόμαστε στο νομικό πρόβλημα που το τουρκολυβικό μνημόνιο επέφερε στην ελληνική θέση πριν τη συνομολόγηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο: η μεν Τουρκία δεν είναι συμβαλλόμενο κράτος στην UNCLOS ΙΙΙ, η δε Λιβύη είναι συμβαλλόμενο κράτος αλλά δεν την έχει κυρώσει. Δηλαδή, η UNCLOS ΙΙΙ δεν αποτελεί εσωτερικό δίκαιο ούτε για την Τουρκία ούτε και για τη Λιβύη. Υπό άλλες συνθήκες θα λέγαμε ότι οι δυο χώρες θα δεσμεύονταν από τις προηγούμενες Διεθνείς Συνθήκες για το Δίκαιο της Θάλασσας και κυρίως από τις συνθήκες της UNCLOS I του 1958 εφόσον τις είχαν υπογράψει και κυρώσει, καθώς και από το εθιμικό δίκαιο, ωστόσο υπάρχει ένα ακόμη πρόβλημα: η έννοια της ΑΟΖ δεν είναι θεσμός που προϋπήρχε στο εθιμικό δίκαιο, ούτε καν στην UNCLOS I, αλλά αποκρυσταλλώθηκε τη δεκαετία του 1980 και προβλέφθηκε για πρώτη φορά με την UNCLOS III.

Ως αποτέλεσμα, καμμιά από τις δυο χώρες (Τουρκία, Λιβύη) δε δεσμεύεται από τις διατάξεις των Διεθνών Συνθηκών για το πώς καθορίζεται η ΑΟΖ. Είναι ελεύθερες να αποφασίσουν ό,τι θέλουν και, υπό τις δυο ανωτέρω προϋποθέσεις, ό,τι αποφασίσουν δύναται να παράξει δίκαιο. Ο λόγος, δε, για τον οποίον πράγματι το τουρκολυβικό μνημόνιο είναι εσωτερικά προβληματικό δεν είναι ότι αντιτίθεται στην UNCLOS III (αφού καμμιά από τις δυο χώρες δε δεσμεύεται από αυτήν), αλλά ότι η Λιβυκή πλευρά (και μόνον αυτή, όχι η Τουρκία) αντιμετωπίζει προβλήματα που εμποδίζουν επί του παρόντος τη συνομολόγηση από την “Κυβέρνησή” της δεσμευτικών για τη χώρα διμερών ή πολυμερών συνθηκών: η μεν “Κυβέρνηση” στερείται δημοκρατικής νομιμοποίησης (έχει τοποθετηθεί από τον διεθνή παράγοντα αλλά δεν έχει λάβει τη δεδηλωμένη από το Κοινοβούλιο), το δε Κοινοβούλιο είναι κάθετα αντίθετο με τη συμφωνία, κι επιπλέον η θητεία και των δυο πολιτειακών θεσμών έχει λήξει (γι’ αυτό και η συμφωνία έχει εκ των προτέρων χαρακτηριστεί ως “μνημόνιο”).

Όμως, αυτό δεν εμποδίζει την Τουρκία να θεωρεί το μνημόνιο ισχυρό, δεσμευτικό από την πλευρά της και να το υπερασπίζεται κινούμενη “νομίμως” εκτός του πλαισίου των Διεθνών Συνθηκών για τη θάλασσα, δεδομένου και ότι τα προβλήματα της Λιβύης είναι πρωτίστως πρακτικά, όχι νομικά: θεωρητικά δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι θα υπάρξει συμφωνία ειρήνευσης στη Λιβύη, θα γίνουν εκλογές, θα δοθεί ψήφος εμπιστοσύνης στην επόμενη κυβέρνηση και το μνημόνιο θα κυρωθεί ως πλήρης συμφωνία από το Κοινοβούλιο της Λιβύης. Με απλά λόγια, η Τουρκία υπερασπίζεται μια συμφωνία η οποία από την πλευρά της είναι πλήρης και ισχυρή, τα δε εμπόδια από την πλευρά της Λιβύης είναι πρωτίστως πρακτικά. Κι επειδή, όπως έχουμε πει πολλές φορές, η ιστορία δεν εξελίσσεται γραμμικά αλλά απρόβλεπτα, το σημερινό “απίθανο” μεθαύριο ίσως να γίνει αναμενόμενο.

Το ανομολόγητο πρόβλημα της Ελλάδας

Η Ελλάδα, λοιπόν, σε ό,τι αφορά το τουρκολυβικό μνημόνιο βρέθηκε στη νομικά περίεργη και μοναδική θέση, από τη μια να προσπαθεί να κινηθεί εντός του πλαισίου μιας Διεθνούς Συνθήκης που δε δεσμεύει τις χώρες που θίγουν τα δικαιώματά της που η Συνθήκη προβλέπει, και από την άλλη να μην μπορεί να αντιτάξει ακόμη και την επιχειρηματολογία της επί των δικαιωμάτων αυτών διότι δεν τα ασκούσε! Αντίθετα, η Τουρκία υπερασπιζόταν στην ίδια διαφορά μια διμερή συμφωνία η οποία παρήγαγε δίκαιο από την πλευρά της και κανείς δεν μπορούσε να της αντιτάξει πειστικά και βάσιμα το αντίθετο, όσο τα δικαιώματα της Ελλάδας δεν ασκούνταν.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η διαιώνιση της μη άσκησης των δικαιωμάτων της Ελλάδας για οριοθέτηση και ανακήρυξη ΑΟΖ στην περιοχή που ορίζει το τουρκολυβικό μνημόνιο θα ήταν εγκληματική, δεδομένου ότι θα νομιμοποιούσε πραγματικά (και όχι θεωρητικά) την Τουρκία να υπερασπισθεί, ακόμη και με στρατιωτική ισχύ, μια ισχυρή κατά το μέρος που την αφορά συμφωνία. Η οποία βεβαίως και πάσχει από την πλευρά της Λιβύης (για πρακτικούς, ωστόσο, λόγους, όπως είπαμε), βεβαίως και κινείται πέραν κάθε καθιερωμένης πρακτικής – και φαντασίας – στη μέθοδο χάραξης θαλασσίων ζωνών, βεβαίως και θα ήταν “για τον κάλαθο των αχρήστων” σε ένα ευνομούμενο διεθνές περιβάλλον.

Ωστόσο, μη οριοθετώντας /ανακηρύσσοντας ΑΟΖ, η Ελλάδα θα έπρεπε να υπερασπισθεί εν δυνάμει δικαιώματα έναντι εν μέρει ισχυρών δικαιωμάτων, δηλαδή να κινηθεί στα γκρίζα νερά που επέλεξε η Τουρκία και μάλιστα εκκινώντας από αδύναμη νομικά θέση (γι’ αυτό και οι επίσημες δηλώσεις του Έλληνα ΥΠΕΞ δε μιλούσαν τόσο για “δικαιώματα” της Ελλάδας όσο για προσπάθεια “δημιουργίας τετελεσμένων” από την πλευρά της Τουρκίας στην περίπτωση απόπειρας διενέργειας σεισμικών ερευνών νότια της Κρήτης).

Η οριστική διέξοδος μέσω της συμφωνίας Ελλάδας – Αιγύπτου

Αντιθέτως, με την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο για την ίδια θαλάσσια περιοχή αυτή τη στιγμή προτάσσονται δικαιώματα, από τη μια πλευρά μιας διμερούς και ατελούς κατά το ένα συμβαλλόμενο μέρος συμφωνίας η οποία κινείται εκτός του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας (Τουρκία – Λιβύη), και από την άλλη μια καθόλα έγκυρη συμφωνία, που συνομολογήθηκε (και αναμένεται σύντομα να κυρωθεί) όπως ακριβώς ορίζει η UNCLOS III (Ελλάδα – Αίγυπτος), η οποία καθιστά το βόρειο μέρος της συμφωνηθείσας περιοχής ελληνική θάλασσα και δίδει πλήρη και αδιαμφισβήτητα δικαιώματα στην Ελλάδα να την υπερασπισθεί με κάθε μέσο.

Ίσως ακούγεται αδόκιμο, αλλά δεν είναι ανακριβές να πούμε ότι η Τουρκία ακούγεται πλέον ως ο …τρελός του χωριού όταν ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα δεν έχει σύνορα με την Αίγυπτο (παρότι ορίσθηκαν κατά τον τρόπο που προβλέπουν οι Διεθνείς Συνθήκες), αλλά έχει εκείνη με τη Λιβύη (κατά τον τρόπο που βολεύει την Τουρκία και μόνο η ίδια αντιλαμβάνεται).

Το νέο αδιέξοδο του Ερντογάν

Κάποιοι θα σπεύσουν ίσως (ακόμη και καλοπροαίρετα) να αναρωτηθούν τι σημασία έχουν όλα αυτά, τη στιγμή που ο Ερντογάν δείχνει να περιφρονεί κάθε έννοια νομιμότητας.

Η απάντησή είναι ότι, πρώτον, κάθε ηγέτης που θέλει να συναλλάσσεται με τη Δύση, και ιδίως να διαπραγματεύεται από θέση ισχύος όπως ο Ερντογάν, έχει ανάγκη να δίνει μια επίφαση νομιμότητας στις ενέργειές του. Ας μην ξεχνάμε ότι ακόμη και ο Χίτλερ είχε οργανώσει προβοκάτσια προκειμένου να “δικαιολογήσει” την εισβολή στην Πολωνία, και πολύ περισσότερο ότι η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο χρησιμοποιώντας ως δικαιολογία το πραξικόπημα και τον εγγυητικό της ρόλο. Στην περίπτωση του τουρκολυβικού μνημονίου, μετά την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου δεν υπάρχουν πια ούτε νόμιμες, ούτε καν νομιμοφανείς δικαιολογίες για την Τουρκία. Δεύτερον, δεν είναι δυνατόν η Ελλάδα να προσβλέπει στη συνδρομή ισχυρών συμμάχων σε περίπτωση ανάφλεξης χωρίς να έχει κάνει κάνει τα ελάχιστα για να ασκήσει τα δικαιώματά της. Κανείς δεν μπορεί να σεβαστεί έναν άνθρωπο, μια επιχείρηση, μια Κυβέρνηση, μια χώρα, που δε σέβεται τον εαυτό της. Τρίτον και σημαντικότερο, η Ελλάδα δεν εκλιπαρεί αλλά πλέον έχει τη δυνατότητα να αναγκάσει, όχι μόνο διπλωματικά αλλά και νομικά, την Ευρωπαϊκή Ένωση να επέμβει σε περίπτωση ευθείας προσβολής των δικαιωμάτων της στην περιοχή, δυνατότητα που ήταν εξαιρετικά – και ίσως βάσιμα – αμφισβητήσιμη πριν.

Αντί επιλόγου

Ο τίτλος ίσως δίνει την εντύπωση ότι στόχος του άρθρου είναι ο Νίκος Κοτζιάς. Μια τέτοια ανάγνωση θα ήταν λάθος, και σε καμμιά περίπτωση δεν είναι ο σκοπός μου πρωτίστως διότι ο Νίκος Κοτζιάς έχει καταγραφεί στην ιστορία μέσω της κατάπτυστης συμφωνίας των Πρεσπών. Όσο κι αν ο ίδιος δηλώνει περήφανος, για μένα δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο που θα μπορούσε να του συμβεί – όπως η όποια απαξίωση μέσα από ένα άρθρο γνώμης σαν κι αυτό. Έτσι, δεν έχει νόημα να αναφέρεται κανείς επικριτικά στον Κοτζιά ως πρόσωπο – ούτε καν ως πολιτικό.

Για μένα ο Κοτζιάς έχει ενδιαφέρον μόνο ως ένας από τους κορυφαίους εκφραστές μιας από τις πιο νοσηρές πολιτικές αντιλήψεις για τον τρόπο άσκησης της πολιτικής στη χώρα μας, και δη της εξωτερικής. Εκείνης που αδιαφορεί για το εθνικό συμφέρον με οποιοδήποτε κόστος – αρκεί να πλήττεται η Κυβέρνηση και να προάγεται ο κομματικός “μύθος” (ή ο προσωπικός, στη συγκεκριμένη περίπτωση). Εκείνης που δεν κάνει τη δουλειά της όχι από ανικανότητα, αλλά από άποψη, αν σκεφτούμε ότι το τουρκολυβικό μνημόνιο ήταν στα σκαριά από το 2012 αλλά ο Κοτζιάς ακόμη και σήμερα δεν θεωρεί προτεραιότητα την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο. Και κυρίως εκείνης η οποία δεν διστάζει να διχάσει τον ελληνικό Λαό με κάθε ευκαιρία, συχνά αποκρύπτοντας ή διαστρέφοντας την αλήθεια.

Ευτυχώς για την Ελλάδα, οι μέρες των Κοτζιάδων τελείωσαν – ελπίζω ανεπιστρεπτί.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΡΙΣΣΗΣ

Σύμβουλος Στρατηγικής, Δικηγόρος και Οικονομολόγος. Οι πολιτικές του απόψεις συνοψίζονται στη φράση "ελεύθερη οικονομία με κρατική εποπτεία χάριν της κοινωνικής δικαιοσύνης" αλλά, όπως λέει, δεν εκπροσωπούνται πια στη Βουλή. Διαβάζει όσο περισσότερο μπορεί, γράφει μόνο για ό,τι ξέρει.

Related Posts